(Pseudococcus ή Planococcus citri Risso)
Το όνομα προέρχεται από το σαν βαμβάκι κηροδιαποτισμένο επικάλυμμα των αποικιών του. Το κοκκοειδές αυτό μπορεί να κάνει, στο δικό μας περιβάλλον, 4 - 6 γενεές το χρόνο, με ικανότητα διαχείμασης υπό διάφορα βιολογικά του στάδια. 'Ομως η μέγιστη
ανάπτυξή του ευνοείται από υψηλές θερμοϋγρομετρικές τιμές, γι'αυτό και οι προσβολές του παραμένουν σε μια λανθάνουσα κατάσταση κατά τους χειμερινούς και πρώτους ανοιξιάτικους μήνες, ενώ αργότερα και μάλιστα από το δεύτερο ήμισυ του Ιουλίου (και μέχρι όλο το Σεπτέμβριο) οι αποικίες του παρουσιάζουν μια έντονη διάδοση, προπαντός στις λιγότερο αεριζόμενες ζώνες.
Γι' αυτό και εγκαθίσταται στα πιο σκιαζόμενα και πιο προφυλαγμένα μέρη του δέντρου. Μια τυπική θέση ανάπτυξής του είναι τα σημεία επαφής μεταξύ γειτονικών καρπών, που έτσι παραμορφώνονται και φθείρονται, τόσο από την άμεση δράση του κοκκοειδούς, όσο και από εκείνην του Cryptoblaties gnidiella - ΜυΙΙ, μικρό λεπιδόπτερο (πεταλουδiτσα) του οποίου οι προσβολές συχνά συνυπάρχουν με εκείνες του Ψευδόκοκκου.
Στα κλίματά μας οι προσβολές Ψευδοκοκκου συγκρατούνται από τη δράση διαφόρων παράσιτων και αρπακτικών εντόμων.
Εν τούτοις, στις περιπτώσεις μεγάλης αναπαραγωγής του, καθίσταται αναγκαία η καταπολέμησή του, που μπορεί να πραγματοποιείται τον Αύγουστο Σεπτέμβριο με ορυκτελαιοπολτούς (Θερινός πολτός) ενισχυμένους με φωσφορικούς εστέρες (Μαλαθείο, Ντουρσμπαν, Ουλτρασίντ, Παραθείο, κλπ.), με την χρησιμοποίηση ψεκαστήρων ισχυρής πίεσης, ώστε να διεισδύουν τα φάρμακα στις κηρώδεις μάζες που τυλίγουν τις αποικίες του.
Για προσδιορισμό του επίκαιρου της επέμβασης είναι χρήσιμοι οπτικοί έλεγχοι σε ανά 10 καρπούς κατά δέντρο και επί του 20% τουλάχιστο των δέντρων: με διαπίστωση 5% των καρπών προσβεβλημένων γίνεται ψεκασμός.