Μανάκι

Γονική Κατηγορία: Ποικοιλίες

     Η ποικιλία αυτή επίσης ωριμάζει με αργούς ρυθμούς και η καλύτερη εποχή για τη συγκομιδή της είναι από το τέλος Ιανουαρίου μέχρι τις αρχές του Φεβρουαρίου.

Ο καρπός της έχει μεσαίες διαστάσεις με οβάλ σχήμα. Το βάρος της ποικίλει από 2.2 έως 2.9 γραμμάρια. Αυτό που χαρακτηρίζει το δέντρο Μανάκι είναι ότι αντέχει σε υψηλό υψόμετρο, όπου άλλες ποικιλίες εκτός από την Αθηνολιά δε μπορούν να αποδώσουν.Καλλιεργείται στην Άμφισσα, τους Δελφούς, την Ιτέα, την Αράχοβα, τη Λαμία, την Κυνουρία, την Ερμιόνη και τον Πόρο. Δέντρο αρκετά ανθεκτικό στο κρύο και στους ισχυρούς ανέμους.Συναντάται και με τα ονόματα Μανάκι, Κορινθιακή, Γλυκομανάκι, Γλυκομανακολιά.


     Απαιτήσεις σε έδαφος:
     Η ελιά αναπτύσσεται σ’ όλα τα εδάφη ακόμα και στα άγονα πετρώδη. Αποδίδει όμως πολύ καλύτερα σε σχετικά γόνιμα εδάφη που συγκρατούν αρκετή υγρασία. Υποφέρει σοβαρά σε βαριά εδάφη που νεροκρατούν. Προτιμάει ουδέτερη ή ελαφρά αλκαλική αντίδραση (pH 7-8) του εδάφους, αντέχει όμως και στα ελαφρά όξινα εδάφη. Παρουσιάζει σχετικά καλή αντοχή στην αλατότητα του εδάφους,
εκδηλώνοντας μόνο μέτρια επίδραση σε ηλεκτρική αγωγιμότητα (ECe) μέχρι 4 dS/m και σε περιεκτικότητα ανταλλάξιμου Νατρίου (Νa) μέχρι 20-40%.


     Ενδεικτική λίπανση κατά τα πρώτα έτη της εγκατάστασης των δένδρων:Ελαιόδενδρα 1-3 ετών: Κάθε έτος γίνεται λίπανση σε κάθε δένδρο με 0,1 – 0,3 κιλά αζώτου, 0,1 – 0,3 κιλά P2O5 και 0,1-0,2 κιλά Κ2Ο.


     Ελαιόδενδρα από 4 ετών έως το στάδιο παραγωγής: Κάθε έτος γίνεται λίπανση σε κάθε δένδρο με 0,3 – 0,5 κιλά αζώτου, 0,3 – 0,4 κιλά P2O5 και 0,2-0,4 κιλά Κ2Ο.


     Ενδεικτική λίπανση σε παραγωγικά δένδρα


     Χρόνος εφαρμογής: Οι φωσφοροκαλιούχες λιπάνσεις γίνονται το φθινόπωρο ή αμέσως μετά τη συγκομιδή του καρπού. Η αζωτούχος λίπανση σε ξηρικούς ελαιώνες γίνεται την περίοδο Δεκεμβρίου-Φεβρουαρίου, ει-δικότερα στην Ανατολική Ελλάδα (λίγες βροχοπτώσεις) εφαρμόζεται στην αρχή της περιόδου αυτής, ενώ στη Δυτική προς το τέλος. Σε ποτιστικούς ελαιώνες το άζωτο μπορεί να χορηγηθεί σε τρεις δόσεις: α) μία το Δεκέμβριο-Φεβρουάριο ως βασικό λίπασμα και β) 2 άλλες αργότερα σε νιτρική μορφή.


     Τρόπος εφαρμογής: Όταν η αντιμετώπιση των ζιζανίων γίνεται με καλλιέργεια του εδάφους (άροση – φρεζάρισμα) ταυτόχρονα μπορεί να γίνει και η ενσωμάτωση των λιπασμάτων. Συνήθως η διασπορά των λιπασμάτων γίνεται κάτω από την κόμη των δένδρων. Τα φωσφοροκαλιούχα λιπάσματα μπορούν να ενσωματωθούν και σε αυλάκια (βάθους 20-25 εκ.) που ανοίγονται στις δύο πλευρές της κόμης των δένδρων και τα οποία εφάπτονται στο περίγραμμα της κόμης. Σε αρδευόμενους ελαιώνες υπάρχει δυνατότητα τα λιπάσματα να παρέχονται μαζί με την άρδευση (υδρολίπανση). Ειδικά για το άζωτο, ένα μέρος του μπορεί να χορηγηθεί και με διαφυλλική λίπανση που είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε ξηρικούς ελαιώνες, στους οποίους η απορρόφηση αζώτου μέσω των ριζών είναι πολύ περιορισμένη.


     Συνιστώμενες ποσότητες Ν :Ανάλογα με το βροχομετρικό ύψος, προτείνεται η χορήγηση 100 γρ. Ν/δένδρο ανά 100 mm βροχής ή 1 Kg N/στρ./100 mm βροχής. Για μέση ετήσια βροχόπτωση 400-700 mm, η χορηγούμενη ποσότητα αζώτου μπορεί να αυξάνεται αναλογικά μέχρι 1500 γρ. Ν/δένδρο. Σε περιοχές με ετήσια βροχόπτωση πάνω από 700 mm ή σε αρδευόμενους ελαιώνες η δόση του Ν μπορεί να φθάσει τα 1500 γρ. Ν/δένδρο. Το άζωτο σε ξηρικούς ελαιώνες (Δεκέμβριο-Φεβρουάριο) δίνεται ως αμμωνιακό ή ως ουρία, ενώ σε ποτιστικούς ελαιώνες η πρώτη εφαρμογή (βασική λίπανση) δίνεται ως αμμωνιακή μορφή ή ουρία και οι δύο επόμενες εφαρμογές με
νιτρική μορφή. Εκτός από τη φυλλοδιαγνωστική η ρύθμιση της αζωτούχου λιπάνσεως μπορεί να ρυθμιστεί και με βάση το μήκος της ετήσιας βλάστησης.


     Συνιστώμενες ποσότητες Ρ: Φωσφορική λίπανση ενδείκνυται συνήθως α) σε φτωχά και αβαθή εδάφη, β) σε ελαιώνες που λιπαίνονται επί σειρά ετών με υψηλές ποσότητες Ν, γ) σε εδάφη με υψηλό περιεχόμενο σε CaCO3και δ) σε εδάφη με χαμηλό pH.

     Δεν ενδείκνυται


1) σε ελαιώνες που στο παρελθόν έγινε άφθονη φωσφορική λίπανση και 2) σε ελαιώνες που λόγω ανεπαρκούς εδαφικής υγρασίας δέχονται μόνο μικρές ποσότητες αζώτου. Οι περιπτώσεις στις οποίες χρειάζεται προσθήκη φωσφόρου μπορούν να εντοπιστούν εύκολα με τη φυλλοδιαγνωστική. Περιεκτικότητα των φύλλων το χειμώνα σε φώσφορο γύρω στο 0,09-0,10% και μια σχέση Ν/Ρ γύρω στο 20 δείχνουν ότι η φωσφορική λίπανση θα ήταν σκόπιμη. Με υψηλότερες τιμές φωσφόρου στα φύλλα ή με κατώτερη αναλογία Ν/Ρ δεν πρέπει να αναμένεται αντίδραση των δένδρων στη φωσφορική λίπαν-ση. Αν απαιτείται φωσφορική λίπανση, τότε συνιστάται η φωσφορική λίπανση συντηρήσεως να μην υπερβαίνει το 1/3-1/5 του χορηγούμενου αζώτου. Δηλαδή, όταν χορηγείται 1 κιλό Ν/δένδρο (π.χ. 5 κιλά θειικής αμμωνίας) τότε ο φώσφορος δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 200-350 γρ. P2O5/δένδρο (δηλ. 1,0-1,7 κιλά υπερφοσφωρικού 0-20-0). Σε περιπτώσεις έντονης έλλειψης φωσφόρου χρειάζεται ισχυρή φωσφορική λίπανση της τάξης των 4-5 Kg P2O5 /δένδρο (δηλ. 20-25 κιλά 0-20-0) για δένδρα πλήρους ανάπτυξης. Σε νεαρότερα δένδρα χορηγείται μικρότερη ποσότητα ανάλογα με την ηλικία και την ανάπτυξη των δένδρων. Η ισχυρή αυτή φωσφορική λίπανση μοιράζεται σε δύο χρονιές και στη συνέχεια ακολουθεί η λίπανση συντήρησης. Επισημαίνεται ότι η φωσφορική λίπανση θεραπείας της τροφοπενιακής καταστάσεως των ελαιόδενδρων πρέπει να συνοδεύεται και από τη χορήγηση επαρκούς ποσότητας αζώτου.


     Συνιστώμενες ποσότητες Κ: Σε ελαιώνες στους οποίους στο παρελθόν δεν έγινε καλιούχα λίπανση, καλό είναι για μερικά χρόνια να δοθεί κάλιο σε ποσότητα διπλάσια από το χορηγούμενο άζωτο. Στη συνέχεια μειώνουμε την ποσότητα καλίου στη δόση συντήρησης ηοποία είναι ίση με τη δόση αζώτου (Κ2Ο = Ν). Αν σύμφωνα με τη φυλλοδιαγνωστική το Κ στα φύλλα ανέρχεται σε 0,3-0,5%, τότε συνιστάται η χορήγηση 4-10 κιλών θειικού καλίου ανά δένδρο σε μία δόση. Για συγκέντρωση Κ των φύλλων 0-5-0,7% χορηγείται ετησίως Κ σε ποσότητα διπλάσια από το χορηγούμενο άζωτο. Τέλος αν η συγκέντρωση του Κ στα φύλλα είναι μεγαλύτερη από 0,9%, τότε δεν συνιστάται χορήγηση Κ.


     Άλλα στοιχεία:

     Πολύ συχνή είναι η τροφοπενία βορίου στην ελιά. Η διόρθωσή της γίνεται το χειμώνα με την προσθήκη βόρακα η βορικού οξέως στο έδαφος σε δόση 300-500 γρ./δένδρο, σε δένδρα πλήρους ανάπτυξης και παραγωγής. Για δένδρα μικρότερης ηλικίας προτείνεται η χρήση 10-15 γρ. βόρακα για κάθε έτος ηλικίας από τη φύτευση στο χωράφι.

     Οι ποσότητες αυτές πρέπει να δίνονται κάθε 3-4 έτη, ή όταν παρατηρηθούν συμπτώματα σε κάποιο δένδρο του ελαιώνα. Λιγότερο συνήθεις είναι οι τροφοπενίες ασβεστίου και μαγνησίου. Η διόρθωση της τροφοπενίας ασβεστίου γίνεται με την προσθήκη 5-10 κιλών οξειδίου του ασβεστίου ή μαρμαρόσκονης ανά δένδρο, το φθινόπωρο και το υλικό ενσωματώνεται σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βάθος. Η τροφοπενία μαγνησίου αποκαθίσταται με την προσθήκη 300-500 γρ. οξειδίου του μαγνησίου (π.χ. 1,2-2,0 κιλά/δένδρο κιζερίτη ή 3,0-5,0 κιλά θειικό καλιομαγνήσιο ή ψεκασμό των δένδρων με 2-4% διάλυμα υδατοδιαλυτού θειικού μαγνησίου).