Από το καλοκαίρι του 1995, στη χώρα μας εμφανίστηκε μια νέα εντομολογική προσβολή. Πρόκειται για ένα φυλλορύκτη, δηλαδή μια προνύμφη εντόμου που ορύσσει στοές μέσα στο φύλλο και προκαλεί σημαντικές
ζημιές στη νεαρή βλάστηση των εσπεριδοειδών. Από το είδος της προσβολής που κάνει του έδωσαν σε διάφορες περιοχές ονόματα, όπως υπονομευτής, ζωγράφος, σιδηρόδρομος, φιδάκι κ.λπ.
Το πρώτο δείγμα ήρθε για προσδιορισμό στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο στις 20 Ιουνίου 1995 από τη Ρόδο. Στη συνέχεια, δείγματα ήρθαν και από άλλες περιοχές.
Μετά την έκπληξη από την επέλαση και τη γρήγορη εξάπλωση του νέου εχθρού στις περιοχές που καλλιεργούν εσπεριδοειδή στη χώρα μας, ακολούθησαν τα στάδια επιστημονικής μελέτης του θέματος. Συγκεντρώθηκαν δείγματα προσβολών από πολλές περιοχές και με βάση τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα προσδιορίσαμε ότι πρόκειται για το έντομο με επιστημονικό όνομα Phyllocnistis citrella, που είναι ένα λεπιδόπτερο της οικογένειας Gracillarudae (Phyllοcnistinae). Ο προσδιορισμός αυτός επιβεβαιώθηκε από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Αγγλίας μετά από λίγο χρόνο.
Παράλληλα, συνεχίστηκαν οι λήψεις δειγμάτων, η συγκέντρωση βιβλιογραφικών αναφορών, η συμμετοχή μας σε συσκέψεις και σεμινάρια που έγιναν σε ορισμένες χώρες, οι οποίες είχαν επίσης πληγεί, ώστε με τη συγκέντρωση των στοιχείων να διαμορφώσουμε το πλαίσιο στο οποίο θα βασιζόταν η αντιμετώπισή του στη χώρα μας.
Ακολούθησαν πειραματικές εργασίες σε προσβεβλημένα δενδροκομεία, για να καθορισθεί η αποτελεσματική και επιτρεπόμενη χημική καταπολέμηση, ώστε με τις επεμβάσεις αυτές να μην καταστραφούν οι φυσικοί πληθυσμοί παρασιτοειδών που καταπολεμούν τους άλλους ζωικούς εχθρούς της καλλιέργειας.
Ας συνοψίσουμε, όμως, το όλο θέμα κατά ερωτήματα:
Από πού ήλθε ο νέος επισκέπτης;
Ζούσε στη νοτιοανατολική Ασία, όπου και το είχαν επισημάνει από το τέλος του προηγούμενου αιώνα. Σιγά -σιγά εξαπλώθηκε σε όλες τις χώρες της δυτικής και νότιας Ασίας, στην Αυστραλία, Ινδονησία, Νέα Ζηλανδία κ.λπ., μέχρι τις αρχές του αιώνα μας. Τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίστηκε στη Μέση Ανατολή και στην ανατολική Αφρική και μετά το 1993 ξαφνικά πέρασε στη Φλόριντα των ΗΠΑ και στην περιοχή της Μάλαγας της νότιας Ισπανίας. Από εκεί και πέρα διαχέεται σε όλες τις χώρες της Μεσογείου και Αφρικής που καλλιεργούν εσπεριδοειδή, μέχρι το 1995 που εμφανίζεται στη χώρα μας.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της προσβολής;
Η παρουσία του εντόμου γίνεται εμφανής στην ακραία βλάστηση των εσπεριδοειδών, όπου από τη διάνοιξη των στοών και την είσοδο του αέρα επέρχεται αλλαγή του χρώματος και του σχήματος των φύλλων.
Δημιουργείται συστροφή, το χρώμα τους γίνεται γκρίζο μεταλλικό, ενώ από μακριά δημιουργεί την εντύπωση ότι υπάρχει υψηλός πληθυσμός αφίδων. Πολλές φορές το έντομο κάνει στοές στους νεαρούς βλαστούς, ενώ σπανιότερα και στους πράσινους καρπούς. Σε περιπτώσεις έντονων προσβολών προκαλούνται ξηράνσεις που μπορεί να φτάσουν μέχρι τη νέκρωση των βλαστών και την πτώση των φύλλων .
Σε ποια είδη φυτών εμφανίζεται;
Στη χώρα μας και στις υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου το έντομο έχει παρατηρηθεί μόνο στα εσπεριδοειδή. Σε ορισμένες θερμές χώρες έχει αναφερθεί και σε άλλα είδη φυτών των οικογενειών Oleaceae, Loranthaceae, Lauraceae, Leguminosae κ.λπ., χωρίς όμως ιδιαίτερης σημασίας ζημιές.
'Οσον αφορά τα εσπεριδοειδή, προσβολές αναφέρονται σε όλα τα είδη και τις ποικιλίες, εφόσον έχουν νεαρή βλάστηση. Ορισμένοι αναφέρουν ως τα πλέον ευαίσθητα τις λεμονιές και τα Κουν-κουτά.
Σε ποια δένδρα εμφανίζονται οι περισσότερες προσβολές;
- Στα φυτώρια και τα νεαρά αναπτυσσόμενα δένδρα.
- Στα κτήματα που έχουν πλούσια εδαφική υγρασία και λίπανση.
- Στα μεμονωμένα δένδρα κήπων και περιβολιών με κηπευτικές καλλιέργειες.
Πως είναι το έντομο;
Είναι ένα μικρολεπιδόπτερο (μικρή πεταλούδα), που το μέγεθος του δεν ξεπερνά τα 4 χιλιοστά, χρώματος αργυρόλευκου, με πτέρυγες που απολήγουν σε χνουδωτά τριχίδια, με νευρική κίνηση και γρήγορη πτήση.
'Οπως όλα τα λεπιδόπτερα περνάει στάδια μεταμόρφωσης από το αυγό στην προνύμφη (κάμπια), στη νύμφη (χρυσαλλίδα) και καταλήγει στο ακμαίο. Τα αυγά είναι πολύ μικρά και συνήθως τοποθετούνται κοντά στην κυρία νεύρωση του φύλλου από την άνω ή κάτω επιφάνεια.
Η κάμπια, που είναι μικρή, περνάει 3 προνυμφικά στάδια ανάπτυξης, είναι χρώματος υπόλευκου έως κίτρινου, ζει κάτω από την επιδερμίδα φύλλων ή βλαστών και κάνει μακριές χαρακτηριστικές στοές που το μήκος τους συχνά ξεπερνά τα 5 εκατοστά. Οι στοές αυτές είναι ελικοειδείς, ξεκινούν τις περισσότερες φορές από την κεντρική νεύρωση του φύλλου, προχωρούν προς την κορυφή και καταλήγουν στην άκρη του ελάσματος, όπου προκαλείται μια αναδίπλωση. Στην αναδίπλωση αυτή σχηματίζεται η χρυσαλλίδα, η οποία έχει χρώμα σκούρο και παραμένει αγκιστρωμένη στην άκρη του φύλλου, απ' όπου βγαίνει το ακμαίο.
Στα δένδρα το ακμαίο είναι πολύ δύσκολο να παρατηρηθεί λόγω μεγέθους και θέσης που λαμβάνει με μαζεμένες τις πτέρυγες και τα άλλα μέλη.
Τι βιολογικό κύκλο έχει και πόσες γενεές μπορεί να φτάσει τον χρόνο;
Ο βιολογικός κύκλος του εντόμου είναι βραχύς και ανάλογα με τα κλίματα διαρκεί από 2 έως 9 εβδομάδες και ο αριθμός των γενεών κυμαίνεται από 5 έως 13 κατά τη διάρκεια του έτους, ανάλογα με την τοποθεσία και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν. Η διάρκεια ζωής του ακμαίου μπορεί να είναι 1-22 ημέρες και στο διάστημα αυτό ωοτοκεί περίπου έως και 100 αυγά. Το αυγό έχει διάρκεια εξέλιξης 110 ημέρες, η προνύμφη 3-50 και η χρυσαλλίδα 3-20 ημέρες.
Σε ήπια κλίματα και θερμοκήπια το έντομο συναντάται ιπτάμενο καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, με μειωμένη όμως δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Στη χώρα μας τα δυο πρώτα χρόνια που εμφανίστηκε, η δραστηριότητα του εντόμου ήταν ορατή από αρχές Ιουλίου μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου και συνέπιπτε με την έναρξη της θερινής και λήξη της φθινοπωρινής βλάστησης. Το ακμαίο ίπταται κυρίως με ημίφως και ωοτοκεί με την έναρξη της ημέρας. Ως θερμικό όριο ανάπτυξης αναφέρονται οι 12,1oC.
Τι βοηθά την εξάπλωση και την ένταση των προσβολών;
Ο ήπιος χειμώνας και οι παρατεταμένες υψηλές νυκτερινές θερμοκρασίες κατά την άνοιξη βοηθούν στην παρουσία υψηλών πληθυσμών του εντόμου.
Παράλληλα, η αύξηση του πληθυσμού του εντόμου ευνοείται όταν υπάρχει βλαστική περίοδος των δένδρων και επομένως οι προσβολές εξαρτώνται από την ηλικία, τις καλλιεργητικές φροντίδες (αρδεύσεις, λιπάνσεις, κλαδεύματα) και τις εδαφοκλιματικές συνθήκες που επικρατούν.
Ποιες καλλιεργητικές πρακτικές πρέπει να ακολουθηθούν για την αποφυγή υψηλών προσβολών;
Πρέπει να ληφθούν μέτρα που εμποδίζουν την ανάπτυξη τρυφερής βλάστησης κατά τους θερινούς και φθινοπωρινούς μήνες, ώστε το έντομο να μη βρίσκει κατάλληλη βλάστηση για να εγκατασταθεί και έτσι να υπάρξει μείωση του πληθυσμού του.
Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η βλαστική ανάπτυξη των εσπεριδοειδών κατανέμεται στο 50% κατά την άνοιξη, στο 25% το καλοκαίρι και 25% κατά το φθινόπωρο. Με τους κατάλληλους καλλιεργητικούς χειρισμούς, εάν μετατεθεί μέρος του ποσοστού βλάστησης του καλοκαιριού και φθινοπώρου στην ανοιξιάτικη βλάστηση όπου δεν υπάρχει το έντομο σε μεγάλους πληθυσμούς, θα μειωθούν οι δυνατότητες μεγάλων προσβολών. 'Ετσι θα πρέπει να γίνει
- Ορθολογική λίπανση κατά τον χειμώνα.
- Αποφυγή των εαρινών και θερινών αζωτούχων λιπάνσεων.
- Μείωση των αρδεύσεων τους καλοκαιρινούς μήνες στις απολύτως απαραίτητες.
- Αποφυγή αυστηρών κλαδευμάτων την άνοιξη.
Τέλος, η αφαίρεση και καύση των λαίμαργων βλαστών, που φέρουν άφθονη βλάστηση, βοηθούν στη μείωση της φυλλικής επιφάνειας που μπορεί να εγκατασταθεί το έντομο.
Ποιο είναι το ποσοστό καταστροφής και ποιο το επίπεδο οικονομικής ζημιάς όπου πρέπει να γίνουν επεμβάσεις;
Η ζημιά κυρίως είναι έμμεση, λόγω της μείωσης της φυλλικής επιφάνειας που φωτοσυνθέτει. Στα φυτώρια και νεοφυτεμένα δένδρα η καταστροφή μπορεί να φτάσει το 100%. Στα ενήλικα δένδρα δεν είναι εύκολο να αξιολογηθεί, γιατί οι κορυφές προσβάλλονται σε διαφορετικό βαθμό, ανάλογα με την εποχή .
Σε άλλες χώρες έχουν υπολογίσει ότι σε συνθήκες ευνοϊκές για το έντομο, η απώλεια παραγωγής μπορεί να φθάσει μέχρι 50%, ενώ το βάρος των καρπών μπορεί να μειωθεί από 120 γραμμάρια στα 70.
'Οσον αφορά το οικονομικό επίπεδο ζημιάς, στην Κίνα έχουν επισημάνει ότι όταν η προσβεβλημένη επιφάνεια του δένδρου είναι κατώτερη από το 20% δεν έχει συνέπειες στην απόδοση του δένδρου, ενώ το οικονομικό επίπεδο όπου πρέπει να γίνει επέμβαση είναι όταν ανευρίσκονται 0,74 προνύμφες ανά νεαρό φύλλο.
Στη Φλόριντα των ΗΠΑ θεωρούν ως επίπεδο επέμβασης τη στιγμή που έχει εμφανισθεί το 50% των νεαρών βλαστών και το 30% από αυτά παρουσιάζουν στοές.
Ποια στρατηγική θα ακολουθηθεί για την αντιμετώπιση του;
Ο Φυλλορύκτης των εσπεριδοειδών είναι ένα τυπικό παράδειγμα από ένα είδος που δημιουργεί αποικία σε νέο περιβάλλον, όπου η απουσία φυσικών εχθρών που μπορούν να ρυθμίσουν τον πληθυσμό έχει σαν αποτέλεσμα στην αρχή να έχουμε εκρηκτικές διαστάσεις προσβολής. Θεαματικές προσβολές μπορεί να προκληθούν ακόμη μέχρις ότου τα τοπικά παράσιτα και αρπακτικά, καθώς και τα εισαγόμενα μπορέσουν να επιφέρουν βιολογικό ισοζύγιο.
Μέχρι στιγμής φαίνεται ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική και ριζική αντιμετώπιση του εντόμου. Θα πρέπει για τα φυτώρια και τα νεαρά δένδρα να γίνονται συνεχείς παρακολουθήσεις και επεμβάσεις, μόλις παρατηρηθούν τα πρώτα συμπτώματα.
Για τα μεγαλύτερα δένδρα οι επεμβάσεις θα πρέπει να γίνουν - εφόσον είναι απαραίτητες - με τις αρχές της Ολοκληρωμένης Προστασίας της καλλιέργειας, που περιλαμβάνει καλλιεργητικές τεχνικές οι οποίες έχουν σχέση με τη μείωση της νεαρής βλάστησης, ελεγχόμενη χημική καταπολέμηση για προστασία των ωφέλιμων και κλασική βιολογική καταπολέμηση με την εξαπόλυση παρασιτοειδών και αρπακτικών.
Με ποιες προϋποθέσεις θα γίνουν οι επεμβάσεις;
Επειδή στην καλλιέργεια των εσπεριδοειδών το ενδιαφέρον του ελέγχου των εντομολογικών εχθρών έχει επικεντρωθεί στη διατήρηση σε υψηλό επίπεδο της παρουσίας των ιθαγενών ωφέλιμων εντόμων, παρασίτων και αρπακτικών, καθώς και στις εξαπολύσεις μετά από τεχνητή εκτροφή του είδους Cales noacki για την καταπολέμηση του Εριώδη αλευρώδη, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία τους και η χημική καταπολέμηση να αποφεύγεται όπου είναι δυνατόν, παρά το γεγονός ότι είναι το μόνο διατιθέμενο άμεσο μέτρο για τον έλεγχο του πληθυσμού του εντόμου.
Στα φυτώρια και στα νεαρά δένδρα, προς το παρόν δεν υπάρχει άλλη προτεινόμενη λύση εκτός από τη χρησιμοποίηση εντομοκτόνων ουσιών, ενώ στις ενήλικες φυτείες φαίνεται ότι την άνοιξη δεν προκαλείται κανένα πρόβλημα, ενώ οι θερινές και φθινοπωρινές προσβολές δεν έχουν συνήθως επιπτώσεις στην καρποφορία. Στις περιπτώσεις που κρίνονται αναγκαίοι, να κατευθύνονται επιλεκτικά στην ακραία βλάστηση και να γίνονται με χονδρά σταγονίδια ψεκασμού.
Ποια προϊόντα μπορούν να υποδειχθούν για χημική καταπολέμηση;
Ως προς τα είδη των χημικών σκευασμάτων, πολυάριθμα έχουν καλή αποτελεσματικότητα. Οι ειδικοί διεθνώς έχουν καταλήξει ότι δίνουν ικανοποιητικά αποτελέσματα εκλεκτικά εντομοκτόνα, όπως: abamectin (Agrimec EC), imidacloprid (Confidor 200 SL ), flufenoxuron (Cascade 10 DC), diflubenzuron (Dimilin WP), teflubenzuron (Nomolt 15 SC) κ.λπ. Για ορισμένα από αυτά δεν έχει δοθεί ακόμη άδεια στη χώρα μας για την εφαρμογή τους στα εσπεριδοειδή και οι εισαγωγείς τους έχουν ήδη καταθέσει αίτηση για τη σχετική έγκριση.
Πειράματα που έχουν γίνει στο Ισραήλ έδειξαν ότι η από εδάφους επέμβαση (ριζοπότισμα) με imidacloprid 1-8 κυβ. εκατ. δραστικής ουσίας/νεαρό δένδρο, αναλόγως της ηλικίας, σε αγρούς που είναι καθαροί από ζιζάνια, καθώς και η επάλειψη κορμού με acetamiprid (δεν έχει εγκριθεί ακόμη στη χώρα μας - ονόματα σκευασμάτων ΝΙ-25, Mospiran ) σε δόση 0,1-2 κυβ.εκατ. δραστικής ουσίας, ανάλογα με τη διάμετρο του κορμού (1-6,5 cm αντίστοιχα) παρέχει ικανοποιητική προστασία των δένδρων για αρκετό χρονικό διάστημα.
Πειραματικές εφαρμογές για την επαλήθευση των μεθόδων έχουν αρχίσει και από το Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο (Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παθολογίας Εντόμων).
'Ετσι, μέχρι στιγμής τα εγκεκριμένα σκευάσματα που μπορούν να προταθούν είναι:
- Confidor 200 SL, σε αναλογία 50-60 gr/100 lit. νερό.
- Dimilin 25 WP, σε αναλογία 40-60 gr/100 lit. νερό.
Σημειώνεται ότι η προσθήκη ενός εγκεκριμένου σκευάσματος που περιέχει λεπτό λάδι (παραφινικό, ναφθενικό, θερινός πολτός), όπως είναι τα Triona, Saf-t-Side, Sun Oil 7Ε, Tecnolio, Medopaz κ.λπ., και στη δόση που αναγράφεται στην ετικέτα του (300-500 γραμ./100 lit. νερό, ανάλογα με το σκεύασμα) αυξάνει την αποτελεσματικότητα.
Σε περιπτώσεις φυτωρίων με έντονη προσβολή μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμβατικά εντομοκτόνα, λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης για τη σωστή χρήση των σκευασμάτων και τη συχνότητα των επεμβάσεων, όπως έδειξε η εμπειρία του περασμένου χρόνου.
Ποιες είναι οι αντενδείξεις για τη χρήση των χημικών εντομοκτόνων;
- Οι επεμβάσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη ισορροπίας μεταξύ εντομολογικών εχθρών και ωφελίμων εντόμων και κυρίως μεταξύ του Εριώδη αλευρώδη και του Cales noacki.
- Οι επεμβάσεις έχουν περιορισμένο χρόνο δράσης, γιατί δεν καλύπτουν την εκπτυσσόμενη βλάστηση. 'Ετσι, απαιτείται επανάληψη των επεμβάσεων σε διαστήματα που δεν ξεπερνούν τις 2-3 εβδομάδες, με συνέπεια το αυξημένο κόστος.
- Υπάρχει κίνδυνος να αποκτήσει ανθεκτικότητα το έντομο στα εντομοκτόνα.
- Υπάρχει κίνδυνος συσσώρευσης εντομοκτόνων ουσιών στο τέλος της καλλιεργητικής περιόδου στους καρπούς.
- Οι επαναμολύνσεις από γειτονικά μη ψεκασμένα δένδρα αλλοιώνουν την αποτελεσματικότητα των επεμβάσεων.
Ποιες είναι οι προοπτικές για βιολογική καταπολέμηση;
Στον τομέα αυτόν έχουν ήδη αρχίσει οι πρώτες μελέτες για τον ιθαγενή παρασιτισμό. Υπάρχουν ορισμένα είδη γνωστά που παρασιτούν το έντομο, όπως το Pnigalio sp. και το Cirrospilus sp., που ο παρασιτισμός τους μπορεί να φτάσει μέχρι και 60%, ανάλογα με την εποχή του έτους.
Στη χώρα μας ο παρασιτισμός είναι μικρός, αλλά συνεχώς αυξάνεται. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η εισαγωγή εξωτικών παρασιτοειδών, που έχει ήδη αρχίσει. Τα Ageniaspis citricola, Cirrospilus quadristiatus και Semiolacher petiolatus φαίνεται ότι έχουν αρκετές δυνατότητες για τον έλεγχο του εντόμου.
Η εκτροφή τους, βέβαια, έχει αρκετές δυσκολίες και η προσαρμογή τους στις ελληνικές κλιματολογικές συνθήκες θα φανεί μετά τις εξαπολύσεις. Ιδιαίτερης σημασίας είναι η εγκατάσταση των πληθυσμών που θα εξαπολυθούν και οι δυνατότητες να πολλαπλασιαστούν.
Ποια τακτική θα πρέπει να ακολουθηθεί;
Φαίνεται ότι σήμερα η μόνη αποτελεσματική λύση είναι η χημική καταπολέμηση με προϊόντα, όμως, πού είναι όσο το δυνατόν φιλικότερα στο περιβάλλον, σε συνδυασμό με τα καλλιεργητικά μέτρα που προτείνονται. Η χρήση τους πρέπει να είναι ορθολογική, ώστε να αποφευχθεί η αύξηση των άλλων εντομολογικών εχθρών ή η εμφάνιση ανθεκτικών φυλών του Φυλλορύκτη των εσπεριδοειδών.
Για τον λόγο αυτόν πρέπει να ενταχθεί στα πλαίσια της Ολοκληρωμένης Καταπολέμησης, όπου με την παράλληλη ανάπτυξη της βιολογικής καταπολέμησης θα επιτευχθεί ισορροπία των πληθυσμών, χωρίς να διαταραχθεί η ήδη υπάρχουσα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
1. Το έντομο παρουσιάζει απανωτές γενιές περίπου κάθε 20 μέρες, από τα μέσα Ιουνίου και μετά.
2. Κινδυνεύουν κυρίως η νεαρή βλάστηση (θερινή και φθινοπωρινή), τα νεαρά δενδρύλλια, τα εμβόλια, τα φυτώρια.
3. Χρειάζεται προσοχή στις όψιμες λιπάνσεις και στα όψιμα κλαδεύματα.
4. Πρέπει να αποφεύγονται τα συχνά και ακανόνιστα ποτίσματα (να γίνονται μόνο τα απαραίτητα).
5. Να αφαιρούνται και να καίγονται οι λαίμαργοι βλαστοί.
6. Η χημική καταπολέμηση να γίνεται όταν κριθεί αναγκαίο, στον κατάλληλο χρόνο, με εντομοκτόνα μικρής τοξικότητας ή εκλεκτικά, προκειμένου να προστατευθούν τα ωφέλιμα έντομα.
7. Οι Ψεκασμοί να κατευθύνονται στη νεαρή βλάστηση με χοντρές σταγόνες και όχι σε όλο το δέντρο.