Φυλλοκνίστης (Phyllocnistis citrella)

Γονική Κατηγορία: Εχθροί - Ασθένειες

Καταπολέμιση του Φυλλορύκτη των Εσπεριδοειδών


   Ο φυλλορύκτης των εσπερι­δοειδών (ΦΡΕ), Phyllocnis­tis citrella Stainton (Lepidoptera: Gracillarudae, Phyllocnistinae),

που εισήλθε στη χώρα μας το 1995, αποτελεί τα τελευταία χρόνια ένα σημαντικό εχθρό των καλλιεργειών αυτών. Σε όλες τις εσπεριδοπαραγωγικές χώρες έγινε αντικείμενο πολυάριθμων μελε­τών τόσο ως προς τη βιολογία όσο και ως προς την αντιμετώπισή του . Οι μέθοδοι αντιμετώπισης περιλαμβάνουν καλλιεργητικές τεχνικές, βιολογική καταπολέμη­ση και εφαρμογή εντομοκτόνων.

    Η στρατηγική που έχει υιοθετηθεί στις περισσότερες χώρες συνιστά τη χημική καταπολέμηση για την αντιμετώπιση του εντόμου σε δεν­δροκομεία μέχρι 5-6 ετών, ενώ για τα μεγαλύτερης ηλικίας δένδρα οι καλλιεργητικές μέθοδοι, η χρήση παρασιτοειδών, οι επεμβά­σεις με ορυκτέλαια και χαμηλής τοξικότητας εντομοκτόνα, όπως οι παρεμποδιστές χιτίνης, είναι οι προτεινόμενοι χειρισμοί .

   Η εργασία αυτή αναφέρεται σε πειράματα που έγιναν προκειμέ­νου να διερευνηθεί η δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης του ΦΡΕ σε νεαρά δένδρα με τις λιγότερες δυνατές επεμβάσεις.

ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ

    Οι εργασίες έγιναν στο Δενδροκομικό Σταθμό Πόρου (Τροιζηνία) του Υπουργείου Γεωργίας σε νεα­ρές μανταρινιές, το 1996 και 1997.

    Η αξιολόγηση των σκευασμά­των που χρησιμοποιήθηκαν είχε ως κύριο κριτήριο τη διάρκεια προστασίας της νεαρής βλάστησης. Επειδή το έντομο έχει βραχύ βιο­λογικό κύκλο και η αποτελεσμα­τικότητα πολλών χημικών εντο­μοκτόνων ως προς την άμεση θνη­σιμότητα που προκαλούν είναι γνωστή, για το λόγο αυτό περιο­ριστήκαμε στην καταμέτρηση ζω­ντανών προσβολών που εξελίσσο­νταν στη νεαρή βλάστηση.

    Στα πειράματα ακολουθήθηκε το σχέδιο των τυχαιοποιημένων πλήρων ομάδων με 4 επαναλήψεις (4 δένδρα) ανά επέμβαση. Σε όλες τις επεμβάσεις το δείγμα που ε­ξεταζόταν ήταν 4 τυχαίοι κλαδί­σκοι, από τις 4 διευθύνσεις, από τη νεαρή βλάστηση κάθε δένδρου. Η μέτρηση του αριθμού των νεα­ρών φύλλων και του αριθμού των ζώντων προνυμφών του εντόμου γινόταν επί τόπου. Η ομοιογένεια της προσβολής ελεγχόταν πριν την επέμβαση. Η στατιστική επεξερ­γασία έγινε κατά Duncan (από­κλιση 5%). Η αποτελεσματικότητα κάθε σκευάσματος υπολογίστηκε από τον τύπο του Abbott.

    Η πειραματική επέμβαση που έγινε στις 20 Ιουλίου 1996 αφο­ρούσε στην αποτελεσματικότητα εντομοκτόνων ουσιών με ψεκασμό και περιελάμβανε τα εντομοκτόνα imidacloprid (Confidor), abamec­tin (Agrimec), triflumuron (Alsys­tin), diflubenzuron (Dimilin) και benfuracarb (Oncol). Χρησιμο­ποιήθηκαν επίσης συνδυασμοί των εντομοκτόνων με το παραφινικό λάδι Saf-Τ-Side προκειμένου να εξετασθεί πιθανή ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του εντομο­κτόνου από το λάδι. Οι δοσολογίες στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν τα διάφορα σκευάσματα και οι συν­δυασμοί τους με λάδι (Oil) ανα­φέρονται στο Διάγραμμα 1.


Διαγραμμα1.

    Η πειραματική επέμβαση που έγινε στις 24 Ιουλίου 1997 αφο­ρούσε στην αποτελεσματικότητα εντομοκτόνων ουσιών με εφαρ­μογή στην επιφάνεια του εδάφους με ψεκασμό πάνω στο αποτύπωμα της αρδευτικής γραμμής. Τα ε­ντομοκτόνα που χρησιμοποιήθη­καν ήταν τα imidacloprid (Con­fidor), acetamiprid (νέα ουσία υπό πειραματισμό) και το oxamyl (Vydate). Οι δοσολογίες των σκευασμάτων δίνονται στο Διά­γραμμα 2.


Διάγραμμα 2.

    Κατά την επέμβαση αυτή δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή ώστε η επιφάνεια του εδάφους στην οποία γινόταν εφαρμογή του εντομοκτόνου να είναι απαλλαγ­μένη ζιζανίων και επίσης στη διε­νέργεια άρδευσης 24 ώρες μετά την εφαρμογή.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ

Με ψεκασμό

    Τα αποτελέσματα του πειραματικού ψεκασμού φαίνονται στο Διάγραμμα 1. Στη μέτρηση των 3 ΗΜΕ (Ημέρες Μετά Επέμβαση) η αποτελεσματικότητα είναι δυσ­διάκριτη λόγω του μικρού μεγέ­θους του εντόμου. Μετά 6 ΗΜΕ, θνησιμότητα άνω του 95% εμφανίζουν τα εντομοκτόνα im­idacloprid και abamectin ενώ οι δύο ρυθμιστές ανάπτυξης (tri­flumuron και diflubenzuron) εμ­φάνισαν κυμαινόμενη θνησιμότη­τα μεταξύ 40-60%.

    Το benfuracarb, ενώ στις 3 πρώτες ημέρες εμφάνισε ικανοποιητική θνησιμότητα (70%), δεν είχε ικανοποιητική διάρκεια δράσης. Στη μέτρηση των 13 ΗΜΕ, ικανοποιητικά αποτελέσματα εί­χαν τα imidacloprid και abamectin που εμφάνισαν θνησιμότητα άνω του 50% στις προνύμφες της νεαρής βλάστησης, αν ληφθεί υ­πόψιν ότι ο πληθυσμός του εντό­μου στο μάρτυρα (αψέκαστα δέν­δρα) εμφάνιζε αυξημένες τιμές.

Με ριζοπότισμα

    Τα αποτελέσματα του πειράματος που έγινε με επέμβαση στο ριζικό σύστημα φαίνονται στο Διάγραμ­μα 2.

    Παρά το γεγονός ότι υπήρχαν μεγάλοι πληθυσμοί του εντόμου καθ'όλη τη διάρκεια του πειράμα­τος, το imidacloprid προκάλεσε υψηλή θνησιμότητα και ιδιαίτερα στη μεγαλύτερη δόση στην οποία η αποτελεσματικότητά του στις 53 ΗΜΕ ήταν 89%. Στους 2 μήνες μετά την επέμβαση, αν και ο πλη­θυσμός ήταν αυξημένος, η απο­τελεσματικότητα εξακολουθούσε να είναι υψηλή με θνησιμότητα 60%. Αντίθετα, τα άλλα εντομο­κτόνα δεν εμφάνισαν την επιθυ­μητή διάρκεια δράσης.

Συμπέρασμα

    Τα νεαρά αναπτυσσόμενα δένδρα μπορούν να καλυφθούν αποτελε­σματικά με επεμβάσεις εντομοκτό­νων ουσιών όπως το imidacloprid και abamectin, εφόσον οι ψεκασμοί επαναλαμβάνονται ανά 10-12 η­μέρες. Η χρονική αυτή περίοδος καθορίζεται ανάλογα με το βλα­στικό στάδιο των δένδρων και τη δραστηριότητα του εντόμου. Οι παρεμποδιστές της χιτίνης θα μπο­ρούσαν να εφαρμοστούν με επι­τυχία κατά την έναρξη των προ­σβολών (τέλη Ιουνίου συνήθως). Η προσθήκη λεπτού παραφινικού λαδιού δρα συνεργιστικά και εξασφαλίζει κυρίως μεγαλύτερη διάρκεια δράσης.

    Η εφαρμογή του imidacloprid με ριζοπότισμα, σε συνδυασμό με τους κατάλληλους χειρισμούς (ζι­ζανιοκτονία, άρδευση μετά από σωστά επιλεγόμενο χρόνο εξαρ­τώμενο από τη σύσταση του ε­δάφους), δίνει ικανοποιητική κά­λυψη της νεαρής βλάστησης για διάστημα 2 μηνών περίπου σε δένδρα νεαρής ηλικίας.

    Έτσι, σε ένα σύστημα ολοκλη­ρωμένης καταπολέμησης του φυλ­λορύκτη θα πρέπει να προταθούν διαφορετικά μέτρα ανάλογα με την ηλικία των δένδρων. Σε φυτώρια και νέες φυτείες μέχρι 6 ετών, στις οποίες επιζητείται άφθονη βλάστηση, η καταπολέμηση μπορεί να γίνει με την εφαρμογή ριζο­ποτίσματος κάθε 2 μήνες για την περίοδο δραστηριότητας του εντό­μου ακολουθώντας την κατάλλη­λη τεχνική εφαρμογής. Σε δένδρα άνω των 6 ετών η καταπολέμηση συνίστάται να γίνεται με καλλιερ­γητικά μέτρα και με την ορθο­λογική χρήση ψεκασμών δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία της ιθαγενούς ωφέλιμης πανίδας.